...της άνευ χρήμασι εκδιδομένης ξανθιάς γυναικός το ηλεκτρονικό κιγκλίδωμα...
Εάν λήξει, θα σε εκπλήξει !
Καταμεσήμερο. Ο κώδων χτυπά μαζί με τον κούκο .
Την Εύα μου μέσα! Ησυχία δε βρίσκει κανείς.
Ποιοοοοός;
Άνοιξε τζιέρι μου, η Ντόρα είμαι!
(Βρε , βρεεε! ο σίφουνας της Κωνσταντινούπολης τώρα και στην πόρτα μας!)
Ανοίγω την πόρτα και με τραβάει από το χέρι
-Έλα! έλα να με πεις τι να κάνω γιατιιιί ….
(Έξαλλη ήτανε, με τη νύφη της τη Μισκίνα και το γιο της το Σερσερή!)
-Μπρέ αυτά τα παιδιά, καλά δεν είναι ! Όλο σε μπελάδες με βάζουν.
-Τι σου έκαναν ;
-Είχα τραπέζι το μεσημέρι τη θεία την Αρτεμισία .
-Ζει η Αρτεμισία; (θηλυκός Μητσοτάκης η θεία! )Πόσο χρονών είναι ;
-Εκατό γένηκε σήμερα κι είπα να την κάμνω το τραπέζι.
επειδή όλα δεν τα προλάβαινα , έστειλα τη νύφη μου τη σαλόζα να μoυ ψουνίσει..
Γραμμένα στο χαρτί της τα είχα! Την έγραφα θα με πάρεις τυρί άσπρο, κορίανδρο , και μανιτάρια. Όταν γύρισε , με είπε που είχε ξέχασει τα μανιτάρια!
Ταμπλάς με ήρθε! Πήρα τον Βασίλη και τον είπα, το και το , πάρε μου ΕΣΥ τα μανιτάρια. Περίμενα , περίμενα, τίποτα! Είχανε κανονίσει να πάνε στους κουμπάρους τους. Έτσι πήγα στο σπίτι του να τα πάρω. Αφού με είπε ότι θα με τα αγοράσει, ίσως δεν πρόλαβε να έρθει να με τα φέρει ….
( αυτό σκέφτηκε, πήγε άνοιξε το ψυγείο τα βρήκε τα πήρε έφυγε!.
μαγείρεψε η Ντόρα τις λιχουδιές της να φάει η Θεία που δεν τρώει κρέας.)
Παράξενα μανιτάρια ! ( λέει της Ντόρας η Αρτεμισία.)
-Τι έχουνε καλέ θεία; Με τα έφερε ο Βασίλης.
-Μικρααα , καφετιααα , γλίτσικα μπλιάχ !… μπρε δεν ξέρετε να ψουνίζετε !
Ντιπ χαϊβάνια γενίκατε και σεις !
Μασούλισε λίγο και τα άφησε . Έφαγε ψωμί και τομάτα και με ζήτησε και τσιγάρο!
Κανά τέταρτο-μισάωρο μετά, όπως κοιτούσαμε την τηλεόραση, γυρίζει με κοιτάζει…..
Χαχαχχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχα Μπρε Ντόρα! (Με λέει ) μπρε η μύτη σου σα τη μελιτζάνα γένηκε! ( κακάριζε! κόντεψε να σκάσει από τα γέλια. Πάω στο μπάνιο κοιτάζω στον καθρέπτη , τίποτα! )Γυρίζω στο σαλόνι κακκακακακακακακα η θεία.
-Σήκω μπρε Ντόρα, σήκω να χορέψουμε , αύριο μπορεί να έρθει ο χάρος !
Μπρε Ντόρα! Μπρε τον τοίχο του σαλονιού μπρε τι χρώμα το βαψες; Ουράνιο τόξο;
Άσπρο δεν το χες; Και δώστου να γελάει…
Σαλόζικα πράγματα μ έλεγε, ότι ένοιωθε να πετάει, κι όλο έβλεπε χρώματα.
Βρε λες όταν πεθαίνει κανείς να βλέπει χρώματα ; (σκέφτηκα, και πάγωσα.)
Να μου πεθάνει τώρα εδώ να παλαβώσω…τηλεφωνώ στο Βασίλη να με πει τι να την κάνω:Έλα Βασίλη μου, έλα γιαβρί μου, το και το ,η θεία! Παλαβά με λέει και χρώματα.
-Μην ήπιατε κανά κρασί και την πείραξε ρε μάνα;
-Όχι γιαβρί μου , γουλιά δεν ήπιαμε. Μεζέ μόνο. Τα μανιτάρια έφαγε.
-Ωχ ρε μάνα, συγνώμη ! ξέχασα να σου πάρω τα μανιτάρια! Πήρες μόνη σου;
-Ναι πήγα και τα πήρα μόνη μου. Από το σπίτι σου! Στο ψυγείο δεν με τα άφηκες;
Κάτι είπε στην άλλη την αναίσθητη και γελάγανε .Γέλαγε ο σερσερής , το χαϊβάνι το ντυμένο. Άσε μάνα ! (με είπε ) Μια χαρά είναι η θεία θα συνέλθει.
Με είπε πως αυτά τα μανιτάρια, δεν ήτανε Ελληνικά γι αυτό και δεν την άρεσαν τη θεία. Τα έφεραν κάτι φίλοι του από την Ταϊλάνδη το καλοκαίρι . Τα είχανε ξεχασμένα στο ψυγείο και μάλλον θα χαλάσανε. Όταν λήγουν με είπε, ΑΥΤΑ τα μανιτάρια, σαν το κρασί γίνονται ! Σε μεθάνε!
Έτσι είναι μπρε τζιέρι μου; Αλήθεια με λέει ο σαλόζης;
……………………….
Μαλακομαγνήτη μου, σ αυτή την ερώτηση να απαντήσεις εσύ!
Εγώ παραδίνομαι.
……………………….
Που σαι λεβεντόπαιδο! Όταν η μαμά έχει κλειδιά του σπιτιού, τα πετάμε αυτά που δεν καταναλώνουμε , τα ληγμένα!
Τα εν οίκω , μη εν δήμω…μη εν δήμω!